Ιστορική υποτίμηση της τουρκικής λίρας στο 24 έναντι του δολαρίου το 2022 και στο 26 στις αρχές του 2023, σε σχέση με το περίπου 17 που διαπραγματεύεται σήμερα και του 18,41 που αποτελεί το χαμηλό-ρεκόρ το οποίο σημείωσε στην κορύφωση της νομισματικής κρίσης το περασμένο έτος, προβλέπει η Capital Economics.
Όπως σημειώνει, το τουρκικό νόμισμα έχει υποχωρήσει περίπου 15% έναντι του δολαρίου από τις αρχές Μαΐου. Σε πρόσφατο report της η Capital Economics, λίγο πριν ξεκινήσει αυτή η κίνηση, περιέγραψε τέσσερις βασικούς λόγους για τους οποίους εκτιμούσε ότι η σταθερότητα της λίρας φαινόταν μη βιώσιμη. Αν και το αφήγημα έχει αλλάξει ελάχιστα από τότε, οι συνθήκες έχουν επιδεινωθεί, ιδιαίτερα στο εξωτερικό μέτωπο. Το αποτέλεσμα είναι ότι τώρα περιμένει ακόμη μεγαλύτερη βουτιά από ό,τι μόλις πριν λίγες μέρες.
Το εξωτερικό περιβάλλον για τα νομίσματα των αναδυόμενων αγορών γενικά έχει επιδεινωθεί τις τελευταίες εβδομάδες. Η όρεξη για ρίσκο, όπως προσθέτει η Capital Economics, έχει βυθιστεί, με τον S&P 500, για παράδειγμα, να υποχωρεί περισσότερο από 20% από τα υψηλά του τρέχοντος έτους. Οι χρηματοοικονομικές συνθήκες συνεχίζουν να “σφίγγουν” παγκοσμίως με τις κεντρικές τράπεζες να προχωρούν μαζικά σε αυξήσεις επιτοκίων.
Αυτές οι εξελίξεις έχουν πιθανώς επιβαρύνει περισσότερο την τουρκική λίρα από τα άλλα νομίσματα της περιοχής, δεδομένης της ιδιαίτερα ευάλωτης εξωτερικής θέσης της χώρας. Επιπλέον, οι τιμές των εμπορευμάτων παρέμειναν πολύ υψηλές, επιβαρύνοντας τα νομίσματα των καθαρών εισαγωγέων όπως η Τουρκία.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει η Capital Economics, η τεράστια έκταση της πρόσφατης υποαπόδοσης της τουρκικής λίρας υποδηλώνει ότι οι ιδιοσυγκρασιακοί παράγοντες παραμένουν ο κυρίαρχος μοχλός για το νόμισμα. Εξάλλου, παρά το επιδεινούμενο εξωτερικό σκηνικό, η εσωτερική πολιτική συνεχίζει να ακολουθεί την ίδια ανορθόδοξη προσέγγιση του “νέου οικονομικού μοντέλου”.
Πράγματι, ο Πρόεδρος Ερντογάν επανέλαβε τη δέσμευσή του σε αυτήν την προσέγγιση την περασμένη εβδομάδα, λέγοντας ότι η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας θα μειώσει τα επιτόκια πολιτικής αντί να τα αυξήσει. Αυτό συμβαίνει καθώς ο πληθωρισμός ξεπερνά το 70% και τα στοιχεία συνεχίζουν να υποδεικνύουν ισχυρή οικονομική δραστηριότητα.