Έρχεται νέα πλατφόρμα για την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων φόρου κληρονομιάς -Οδηγός με όσα πρέπει να ξέρετε για τα… διαδικαστικά
Μετά από τις ηλεκτρονικές αγοροπωλησίες ακινήτων και γονικές παροχές έρχονται και οι… ηλεκτρονικές κληρονομιές!
Στα τέλη Ιουνίου ή το πολύ στις αρχές του Ιουλίου η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων θα ενεργοποιήσει την ηλεκτρονική εφαρμογή για την υποβολή για όσους κληρονομούν ακίνητα, χρηματικά ποσά ή αυτοκίνητα. Μέσω της πλατφόρμας οι κληρονομιές θα διεκπεραιώνονται από το γραφείο του συμβολαιογράφου χωρίς να είναι απαραίτητη πια η επίσκεψη του φορολογουμένου στην εφορία. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει οτι ο κληρονόμος θα γλυτώσεις από την ταλαιπωρία της συγκέντρωσης των αναγκαίων δικαιολογητικών!
Σήμερα κατά την υποβολή δηλώσεων φόρου κληρονομιάς απαιτούνται τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
α) ληξιαρχική πράξη θανάτου
β) αντίγραφο διαθήκης
γ) κληρονομητήριο ή πιστοποιητικό της αρμόδιας δημοτικής ή κοινοτικής αρχής περί του είδους και του βαθμού συγγενείας προς τον κληρονομούμενο
δ) πιστοποιητικό του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου περί μη δημοσιεύσεως νεότερης διαθήκης ή περί μη δημοσιεύσεως διαθήκης στην περίπτωση της εξ αδιαθέτου διαδοχής
ε) δημόσιο έγγραφο από το οποίο να προκύπτει η ηλικία του επικαρπωτή, όταν για τον προσδιορισμό της αξίας λαμβάνεται υπόψη η ηλικία αυτού
στ) έγγραφο νομιμοποιήσεως, σε περίπτωση πληρεξουσίου
ζ) τα έγγραφα που αποδεικνύουν τη μετάθεση του χρόνου γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης
η) αποδεικτικά χρεών της κληρονομιάς.
Ο «λογαριασμός»
Σημειώνεται ότι για τις κληρονομιές δεν ισχύει το αφορολόγητο όριο των 800.000 ευρώ που ισχύει για γονικές παροχές και δωρεές προς του συγγενείς της Α΄ κατηγορίας. κληρονομιά μέχρι το ποσό των 150.000 ευρώ είναι αφορολόγητη. Από τις 150.000 ευρώ και πάνω εφαρμόζεται κλίμακα φορολόγησης, που προβλέπει φόρο 1% από τις 150.000 και μέχρι του ποσού των 300.000 ευρώ, από το ποσό των 300.000 ευρώ και μέχρι τις 600.000 ευρώ προκύπτει φόρος 5%, ενώ για τα ποσά που υπερβαίνουν τις 600.000 ευρώ προκύπτει φόρος 10%. Ισχύει δε, ειδικό αφορολόγητο φόρου κληρονομιάς 400.000 ευρώ για τον επιζώντα σύζυγο (μετά από 5 έτη γάμου) και τα ανήλικα τέκνα του. Ειδικά για την πρώτη κατοικία, η κληρονομιά είναι αφορολόγητη μέχρι 200.000 ευρώ αν αποκτάται από άγαμο και 250.000 ευρώ για το ζευγάρι όριο που αυξάνεται ανάλογα με τα παιδιά που έχει ο φορολογούμενος.
Η διαδικασία
Υπόχρεος για την υποβολή της δήλωσης φόρου κληρονομιάς είναι ο κληρονόμος ή ο κληροδόχος ή ο νόμιμος αντιπρόσωπός του.
Η δήλωση φόρου κληρονομιάς υποβάλλεται μέσα σε 6 μήνες από τον θάνατο, αν ο κληρονομούμενος πέθανε στην Ελλάδα ή μέσα σε ένα 1 χρόνο, αν ο κληρονομούμενος πέθανε στο εξωτερικό ή οι κληρονόμοι ή οι κληροδόχοι διέμεναν κατά τον χρόνο θανάτου στο εξωτερικό.
Η προθεσμία αρχίζει κατά κανόνα από:
• τον θάνατο του κληρονομουμένου,
• τη δημοσίευση της διαθήκης ή
• τη δημοσίευση στον τύπο της δικαστικής απόφασης που κηρύσσει την αφάνεια ή
• τον θάνατο του υπόχρεου σε δήλωση, αν αυτός δεν υπέβαλε δήλωση ή
• τη λήξη της επιδικίας, τη συνένωση της επικαρπίας με την ψιλή κυριότητα, τη συντέλεση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, την είσπραξη πνευματικών δικαιωμάτων, κ.λπ.
• Η προθεσμία υποβολής της δήλωσης φόρου κληρονομιάς μπορεί να παραταθεί για τρεις (3) κατ’ ανώτατο όριο μήνες, με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.. Η αίτηση για παράταση της προθεσμίας μπορεί να υποβληθεί ακόμη και μετά τη λήξη αυτής, μέσα όμως στο τρίμηνο που ακολουθεί.
Η δήλωση φόρου κληρονομιάς υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ., στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας ανήκει η τελευταία διεύθυνση κατοικίας του κληρονομουμένου, όπως αυτή έχει δηλωθεί στο Μητρώο του.
O φόρος καταβάλλεται:
α) Σε περίπτωση που προκύπτει βάσει αρχικής ή εμπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης, σε 12 ίσες διμηνιαίες δόσεις, όχι μικρότερες των 500 €, πλην της τελευταίας.
Σε περίπτωση κληρονομιάς, αν ο κληρονόμος είναι ανήλικος, ο αριθμός των δόσεων διπλασιάζεται, με την προϋπόθεση ότι κάθε δόση δεν θα είναι μικρότερη των 500 €, πλην της τελευταίας.
β) Μετά την υποβολή εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ή μετά τον έλεγχο, εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της πράξης διορθωτικού προσδιορισμού.
γ) Σε περίπτωση έκδοσης οριστικής απόφασης διοικητικού δικαστηρίου, σε δύο ίσες μηνιαίες δόσεις.