Το κράτος στα βόρεια σύνορά μας που από το 2018 με την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών ονομάζεται επίσημα «Βόρεια Μακεδονία», τον τελευταίο καιρό με την αλλαγή της ηγεσίας του βρίσκεται και πάλι στο προσκήνιο. Η χρήση του ονόματος «Μακεδονία» από την Πρόεδρο και τον πρωθυπουργό της χώρας για το κράτος τους, η αναφορά σε «Μακεδόνες του Αιγαίου» από την Πρόεδρο, αλλά και η αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων της απογραφής του 2023 στην Αλβανία, σε σχέση με τον αριθμό των «Μακεδόνων» που ζουν σ’ αυτή έχουν προκαλέσει αντιδράσεις όχι μόνο σε Ελλάδα, Αλβανία και γενικότερα στα Βαλκάνια, αλλά και στην Ευρώπη και τις Η.Π.Α. Δοκιμάζουν τις αντοχές των γειτόνων τους και της διεθνούς κοινότητας άραγε οι κυβερνώντες τώρα τα Σκόπια; Κατά την άποψή μας διαπράττουν μέγα σφάλμα και όχι απλά απομονώνουν την χώρα τους αλλά τη βάζουν και σε σοβαρούς κινδύνους. Ένα από τα κέρδη των Σκοπιανών με τη συμφωνία των Πρεσπών ήταν η αναγνώριση της γλώσσας τους με το όνομα «μακεδονική».
Πρόκειται φυσικά όχι απλά για ιστορική ανακρίβεια αλλά για πραγματική κλοπή σε βάρος της χώρας μας. Με τη γλώσσα των Σκοπίων, για την ακρίβεια το γλωσσικό ιδίωμα που μιλούν οι περισσότεροι κάτοικοι της χώρας ασχολήθηκε εκτενώς ο μεγάλος γλωσσολόγος Νικόλαος Ανδριώτης (1906-1976) που γεννήθηκε στην Ίμβρο και δίδαξε για χρόνια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, του οποίου διετέλεσε και πρύτανης (1962-1963). Από το κεφάλαιο «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΙΔΙΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ (ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΛΛΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ)» που περιέχεται στο συλλογικό έργο «Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ» με την επιμέλεια του σπουδαίου γλωσσολόγου Γεώργιου Μπαμπινιώτη, προέρχονται τα περισσότερα στοιχεία του σημερινού μας άρθρου.
Η καταγωγή των Σλάβων του κράτους των Σκοπίων
Η βαλκανική χερσόνησος κατοικούνταν κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, καθώς και τους πρώτους αιώνες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από «καθαρούς» Έλληνες και εξελληνισμένους θρακοϊλλυριούς. Ως τον 7ο μ.Χ. αι. τα όρια της ελληνικής γλώσσας στη Βαλκανική άρχιζαν από τις εκβολές του ποταμού Γενούσου (Σκούμπη) στην Αδριατική, περνούσαν νότια από τα Σκόπια, από τη Σαρδική (Σόφια) κατά μήκος της οροσειράς του Αίμου και κατέληγαν στον Εύξεινο. Βορειότερα από αυτή τη γραμμή («Γραμμή Jirecek») επικρατούσε στην αρχαιότητα, η θρακοϊλλυρική και στους ρωμαϊκους και πρώιμους βυζαντινούς χρόνους η λατινική γλώσσα.
Οι Σλάβοι κατά τον 6ο μ.Χ. αι. άρχισαν να κατεβαίνουν νοτιότερα και να κάνουν ληστρικές επιδρομές κατά του Βυζαντίου. Μόνιμη εγκατάστασή τους μεταξύ Δούναβη και Αίμου έγινε για πρώτη φορά στις αρχές του 7ου μ.Χ. αιώνα. Οι Σλάβοι συνέχισαν τις επιδρομές στη βόρεια Βαλκανική, ενώ αργότερα εγκαταστάθηκαν ως γεωργοί και βοσκοί σε περιοχές της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, η οποία τους είχε υποτάξει.
Η σλαβική γλώσσα άρχισε σταδιακά να διαδίδεται και στο βόρειο τμήμα της Μακεδονίας από Σλάβους δούλους και αγρότες που οι Βυζαντινοί εγκαθιστούσαν για να καλλιεργούν τα κτήματά τους, από Έλληνες αιχμαλώτους των Βουλγάρων που εξαγοράζονταν μετά από χρόνια αιχμαλωσίας και επέστρεφαν στα σπίτια τους έχοντας μάθει σλαβικά και από Έλληνες της Μακεδονίας που συναλλάσσονταν με σλαβόφωνους και μάθαιναν σλαβικά που είναι γλώσσα που μαθαίνεται εύκολα ενώ αντίθετα τα ελληνικά είναι μια γλώσσα που μαθαίνεται δύσκολα.
Κατά τον Μεσαίωνα, η γλώσσα που εξακολούθησε να κυριαρχεί στο βόρειο τμήμα της Μακεδονίας ήταν η Ελληνική γιατί ο αστικός πληθυσμός της παρέμενε ελληνικός. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας όμως οι Τούρκοι αγάδες συνέχισαν σε μεγαλύτερο βαθμό να φέρνουν Σλάβους κολίγους για να καλλιεργούν τα τσιφλίκια τους. Ο βαθμιαίος αυτός εκσλαβισμός περιορίστηκε στη Βόρεια Μακεδονία, καθώς στο τμήμα της Μακεδονίας που ανήκει σήμερα στην Ελλάδα η δύναμη του ελληνισμού, με κέντρο τη Θεσσαλονίκη ήταν τεράστια. Όσοι Σλάβοι εισέδυαν σ’ αυτή κατά καιρούς αφομοιώνονταν σχεδόν άμεσα.
Οι Σλάβοι του κράτους των Σκοπίων απέκτησαν κρατική υπόσταση μόλις τον 20ο αιώνα. Κυβερνήθηκαν κατά καιρούς από τους Βυζαντινούς, τους Βούλγαρους, τους Σέρβους και τους Τούρκους. Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913) η περιοχή δόθηκε στη Σερβία που αρχικά την ενσωμάτωσε ως επαρχία (Vardaska Banovina) και αργότερα (1944) ως ομόσπονδο κράτος («Μακεδονία») της Γιουγκοσλαβίας.
Τι είναι η «μακεδονική» γλώσσα;
Η γλώσσα που μιλούν στην πλειοψηφία τους οι κάτοικοι των Σκοπίων και που εντελώς αυθαίρετα, ονομάστηκε «μακεδονική» είναι απλά ένα γλωσσικά ιδίωμα με στενούς δεσμούς προς τη Βουλγαρική και τη Σερβική γλώσσα. Σύμφωνα με τις αρχές της Γλωσσολογίας δεν μπορεί να ονομαστεί αυτοτελής γλώσσα, όπως οι δύο προηγούμενες. Τα μόνα σαφή «σύνορα» του γλωσσικού αυτού ιδιώματος είναι προς την ελληνική γλώσσα και συμπίπτουν περίπου με τα σύνορα της χώρας μας με τα Σκόπια εκτός από μια μικρή «σφήνα» που σχηματίζει το ιδίωμα αυτό βόρεια της Καστοριάς. Το ιδίωμα αυτό είναι μια μεταβατική γλώσσα ανάμεσα στη σερβική και τη βουλγαρική γλώσσα.
Όσο προχωρά κανείς προς τη Βουλγαρία λιγοστεύουν τα σερβικά γνωρίσματα και πληθαίνουν τα βουλγαρικά και αντίστροφα. Οι Σέρβοι γλωσσολόγοι δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στα κοινά του γνωρίσματα με τη Σερβική και οι Βούλγαροι στα κοινά με τη Βουλγαρική, για να υποστηρίξουν οι πρώτοι ότι το ιδίωμα αυτό είναι προέκταση της Σερβικής και οι δεύτεροι της Βουλγαρικής. Πάντως, το γλωσσικό ιδίωμα των Σκοπίων έχει φωνητικούς νεοτερισμούς απέναντι στην αρχαία Σλαβική (π.χ. έτρεψε το φωνήεν μικρό γερ, b, σε e, κάτι που έγινε και στη Ρωσική και σε μερικά ιδιώματα της Βουλγαρικής, έτρεψε το φωνηεντικό l σε ol, π.χ. tolt αντί tlt, κάτι που έγινε επίσης και στη Ρωσική κ.ά.). Πολλά κοινά γνωρίσματα έχει το σκοπιανό γλωσσικό ιδίωμα με τη Σερβική και τη Βουλγαρική γλώσσα ενώ έχει και ελάχιστα ιδιαίτερα γνωρίσματα.
Πάντως τα κοινά γνωρίσματα του γλωσσικού ιδιώματος του κράτους των Σκοπίων είναι περισσότερα με τη βουλγαρική γλώσσα, παρά με τη σερβική. Σύμφωνα με τον Α.Vaillant, είναι ένα ιδίωμα που ανήκει μάλλον σε μια βουλγαρομακεδονική ενότητα η οποία αντιτίθεται σε μια άλλη ενότητα, τη σερβοκροατική. Κατάγεται απευθείας από ένα σλαβικό ιδίωμα που μιλιόταν τον 9ο και τον 10ο αιώνα στη βόρεια Μακεδονία και στο οποίο μετέφρασαν οι Κύριλλος και Μεθόδιος την Αγία Γραφή. Τα κοινά με τη Σερβική είναι όψιμα, και εισχώρησαν στο ιδίωμα ιδιαίτερα μετά τις κατακτήσεις του Στέφανου Δουσάν.
Η επίδραση της ελληνικής γλώσσας στο γλωσσικό ιδίωμα των Σκοπίων
Όπως συμβαίνει και στις άλλες σλαβικές γλώσσες της Βαλκανικής η γλώσσα που επηρέασε περισσότερο το γλωσσικό ιδίωμα των Σκοπίων είναι η Ελληνική. Η συνεχής και για αιώνες αδιάκοπη γειτονία της χώρας αυτής με ελληνικές περιοχές, η διαρκής πολιτιστική επικοινωνία των κατοίκων της με Έλληνες, η μακρόχρονη διοίκησή της από το βυζαντινό κράτος και την Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία και το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των κατοίκων της προέρχεται από Έλληνες που εκσλαβίστηκαν εξηγούν σε μεγάλο βαθμό το μεγάλο πλήθος των ελληνικών λέξεων που υπάρχουν στο γλωσσικό ιδίωμα των Σκοπίων.
Μάλιστα παλαιότερα πολλοί θεώρησαν ότι επρόκειτο για ελληνική διάλεκτο με σλαβικά στοιχεία, κάτι που δεν ισχύει. Το μεγάλο πλήθος των ελληνικών λέξεων οφείλεται στο ότι οι Έλληνες που ζούσαν στη Βόρεια Μακεδονία αφομοιώθηκαν με βραδύτατους ρυθμούς από τους Σλάβους, έτσι για πολλά χρόνια ήταν δίγλωσσοι. Το στάδιο αυτό της διγλωσσίας τους επέτρεψε να διατηρήσουν σε μεγάλο βαθμό τον λεξιλογικό θησαυρό της Ελληνικής.
Πώς θα έπρεπε να ονομαστεί το γλωσσικό ιδίωμα των Σκοπίων;
Απομένει λοιπόν να δούμε πώς θα έπρεπε, κατά τον σπουδαίο Νικόλαο Ανδριώτη, να ονομαστεί το γλωσσικό ιδίωμα των Σκοπίων; Οι σλαβόφωνοι του κράτους των Σκοπίων ονόμαζαν τον εαυτό τους Bugari (σερβικός τύπος της λέξης Βούλγαροι). Ο A. Vaillant στο βιβλίο του «Le probleme du Slave Macedonien» (1938) γράφει: «Bugari est justement le nom ethnique des Slaves macedoniens»(“Η ακριβής εθνική ονομασία των Μακεδόνων Σλάβων είναι Βούλγαροι”) . Το 1861 οι αδελφοί Miladinov εξέδωσαν δημοτικά τραγούδια των Σκοπίων σε μια συλλογή με τίτλο «Bulgarski narodni pesni».
Αλλά και οι Έλληνες θεωρούσαν τους κατοίκους της περιοχής των Σκοπίων Βούλγαρους όπως φαίνεται στο «Μακεδονικό Λεξικό» του 16ου αιώνα, ένα γλωσσάριο από 301 σλαβικές λέξεις και φράσεις της περιοχής της Καστοριάς, γραμμένες με ελληνικά γράμματα και με αντίστοιχη ελληνική μετάφραση που είχε συνταχθεί από ανώνυμο Έλληνα και εκδόθηκε το 1958 από τους G. Giannelli και Α. Vaillant. Πώς όμως οι Σέρβοι θα μπορούσαν να διατηρήσουν στο έδαφός τους έναν λαό που αυτοαποκαλείται Bugari; Επινόησαν έτσι ένα άλλο όνομα, το «Μακεδόνες» που είχαν όμως χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά στις αρχές του 20ου αιώνα οι Ρώσοι πανσλαβιστές, κάτι μάλλον άγνωστο.
Πώς λοιπόν πρέπει να ονομαστεί το γλωσσικό ιδίωμα ενός σλαβόφωνου λαού που αποδεικνύεται ότι δεν είναι παρά ένα ιδίωμα ή διάλεκτος της Βουλγαρικής (με πλήθος ελληνικών λέξεων και ομοιότητες με τη σερβική γλώσσα). Η απάντηση που δίνει ο Ν. Ανδριώτης είναι: Βουλγαρική ή Σλαβονική ή έστω και Σλαβική της βόρειας Μακεδονίας. Όμως καθώς κάτι τέτοιο θα τερμάτιζε τις όποιες φιλοδοξίες όσων επιβουλεύονται την ελληνική Μακεδονία και προτίμησαν τους όρους «Μακεδονία», «Μακεδόνες» και «μακεδονική» γλώσσα.
Φαίνεται ότι η νέα ηγεσία των Σκοπίων έχει αποφασίσει να ασκήσει πολιτική φανατισμού και μισαλλοδοξίας. Το βέβαιο είναι ότι αν συνεχίσει με αυτό το σκεπτικό, το υβριδικό κρατίδιο που κυβερνά δεν θα έχει πολύ μέλλον…
Πηγή: Νικόλαος Ανδριώτης , «ΤΟ ΟΜΟΣΠΟΝΔΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΩΝ ΣΚΟΠΙΩΝ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ» από το συλλογικό έργο «Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ», Επιμέλεια Γεώργιος Μπαμπινιώτης, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΛΚΟΣ
protothema.gr