Ειδικότερα, στην εν λόγω κατάθεσή του, ο κος Τσαλίδης, ο οποίος διετέλεσε Διευθύνων Σύμβουλος της ΤΡΑΙΝΟΣΕ από τον Μάρτιο του 2016 ως τις 14 Σεπτεμβρίου του 2021, διευκρίνισε πως η εποπτεία του Οργανισμού, παρά την ιδιωτικοποίησή του από το 2017, γίνεται από το Υπουργείο Μεταφορών και Δικτύων, επισημαίνοντας πως «κατά τη διάρκεια της θητείας μου συνομιλούσα με τον εκάστοτε Γενικό Γραμματέα Μεταφορών και τον εκάστοτε Υπουργό».
Ο ίδιος κατάθεσε στον ανακριτή πως είχε στείλει στο υπουργείο επιστολή στις 6 Σεπτεμβρίου του 2021, όταν υπουργός ήταν ο Κώστας Αχ. Καραμανλής, με την οποία ενημέρωνε «για την κατάσταση του δικτύου»:
- Ανακριτής: Κατά τη διάρκεια της θητείας σας είχατε ενημερώσει για την κατάσταση του δικτύου και όσα αναφέρετε στην από 6/9/21 επιστολή σας το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών;
- Τσαλίδης: Ναι είχα κάνει ενημερώσεις, οι περισσότερες εκ των οποίων αφορούσαν την υποδομή. Οι ενημερώσεις γίνονταν είτε μέσω αλληλογραφίας είτε προφορικά.
- Ανακριτής: Έχετε αποστείλει και άλλες τέτοιες επιστολές στον κ. υπουργό, τους γενικούς γραμματείς του υπουργείου;
- Τσαλίδης: Απ’ όσο θυμάμαι είχα ξαναστείλει αντιστοίχου περιεχομένου επιστολές.
- Ανακριτής: Λάβατε απαντήσεις σε αυτές τις επιστολές σας;
- Τσαλίδης: Στις περισσότερες από αυτές δεν είχα λάβει απάντηση.
Ερωτώμενος από τον ανακριτή για την κατάσταση του δικτύου επί των ημερών του, για την οποία ενημέρωνε το υπουργείο, ο Τσαλίδης είπε πως δεν γινόταν καταγραφή των συρμών σε πραγματικό χρόνο, πως δεν φαινόταν η κίνηση του κάθε συρμού ανά κατεύθυνση, πως δεν λειτουργούσε το σύστημα GSM-R, ενώ τόνισε ακόμη πως, παρά το γεγονός πως είχαν εγκατασταθεί συστήματα ΕTCS, δεν λειτουργούσαν, γιατί αυτό προϋποθέτει ολοκληρωμένο σύστημα σηματοδότησης.
Σημειώνεται πως τα μέλη της αντιπολίτευσης στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής είχαν ζητήσει ο Φίλιππος Τσαλίδης να κληθεί να καταθέσει ενώπιον τους, αλλά η κυβερνητική πλειοψηφία είχε -φυσικά- αρνηθεί.
Ολόκληρη η επιστολή-ντοκουμέντο στην εφημερίδα «δημοκρατία»
Θυμίζουμε πως κατά την πολύωρη κατάθεσή του στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για το έγκλημα των Τεμπών, ο Κώστας Αχ. Καραμανλής επέμεινε ότι έβλεπε «πάντα» όσα έγγραφα είχαν σημασία και ισχυρίστηκε ότι «ουδέποτε» είχε ενημερωθεί για τον κίνδυνο τροχαίου δυστυχήματος, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να ακυρώσει και το εξώδικο των μηχανοδηγών του ΟΣΕ.
Όμως, με την επιστολή-ντοκουμέντο που έφερε στο φως, η εφημερίδα «δημοκρατία» ανέτρεψε τους ισχυρισμούς του βουλευτή Σερρών, καθώς αποδεικνύεται περίτρανα πως ο πρώην υπουργός Μεταφορών είχε ενημερωθεί εγκαίρως για «τον ορατό πλέον κίνδυνο να υπάρξει ένα συμβάν μεγίστης σοβαρότητας».
Συγκεκριμένα, στις 6 Σεπτεμβρίου 2021, ενάμιση χρόνο πριν από την ασύλληπτη τραγωδία με τους 57 νεκρούς στα Τέμπη, ο Φίλιππος Τσαλίδης είχε στείλει και στον -τότε- υπουργό Μεταφορών Κώστα Καραμανλή επίσημο έγγραφο, το οποίο, μάλιστα, ο -τότε- ισχυρός άνδρας της ΤΡΑΙΝΟΣΕ είχε χαρακτηρίσει ως «εμπιστευτικό», και γι’ αυτό δεν είχε διαρρεύσει νωρίτερα.
Η επιστολή απευθυνόταν στον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΟΣΕ, Σπύρο Πατέρα, με πρώτο όνομα στην κοινοποίηση αυτό του Κώστα Καραμανλή και δεύτερο του -τότε- υφυπουργού Μεταφορών Μιχάλη Παπαδόπουλου. Ενήμερη ήταν και η πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων, Ιωάννα Τσιαπαρίκου.
Το θέμα στο οποίο αναφερόταν ο κος Τσαλίδης, ήταν «σοβαρά λειτουργικά προβλήματα του Ελληνικού Σιδηροδρόμου» και αφορμή είχε σταθεί η ανατροπή δύο βυτίων σε εμπορικό συρμό μεταφοράς καυσίμου και αυτοκινήτων του Ελληνικού Στρατού. Το συμβάν είχε γίνει στη Λευκοθέα Σερρών, στην οποία -όλως τυχαίως- εκλέγεται μάλιστα βουλευτής ο Καραμανλής, στις 25 Αυγούστου 2021. Μία ημέρα μετά, όπως ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, υπήρξε κι άλλο ατύχημα στον Δομοκό, με ακινητοποίηση συρμού λόγω ζημιών.
Στο εμπιστευτικό έγγραφο τριών σελίδων, το οποίο η εφημερίδα παρουσίασε αυτούσιο, ο Τσαλίδης ενημερώνει τόσο τον ΟΣΕ, όσο και την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Μεταφορών, «επιθυμώντας να μην υπάρξουν σοβαρότερα συμβάντα στην κυκλοφορία στο άμεσο μέλλον».
Αρχικά χτυπά το «καμπανάκι» στον υπουργό για την έλλειψη προσωπικού του ΟΣΕ, και συγκεκριμένα σταθμαρχών και κλειδούχων, τη μη λειτουργία της σηματοδότησης σε μεγάλα τμήματα του δικτύου και την κακοσυντηρημένη υποδομή («γενικότερη αίσθηση εγκατάλειψης της σιδηροδρομικής υποδομής, χωρίς να υπάρχει ορατό σχέδιο αναδιοργάνωσής της»).
Στη συνέχεια, αναφέρεται σε δύσκολη και ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ σιδηροδρομική λειτουργία, με «αποτέλεσμα σοβαρά συμβάντα», την έλλειψη σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης σε μεγάλα τμήματα, ενώ αποκαλύπτει ότι, συν τοις άλλοις, καταπατάται και η σύμβαση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ με το ελληνικό κράτος, αφού είναι αδύνατη η πραγματοποίηση προγραμματισμένων δρομολογίων.
Η εικόνα που είχε ο διευθύνων σύμβουλος της ΤΡΑΙΝΟΣΕ για τις αδυναμίες των ελληνικών σιδηροδρόμων μέχρι εκείνη τη στιγμή, φαίνεται ότι τον ώθησε σε αυτή την κατεπείγουσα επιστολή προς τον ΟΣΕ και τον Καραμανλή, προειδοποιώντας τους με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο για ένα δυστύχημα, σαν αυτό που -δυστυχώς- συνέβη τελικά, ενάμιση χρόνο αργότερα, στα Τέμπη: «Η παράταση και επιδείνωση της υφιστάμενης κατάστασης δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε να αυξηθεί η συχνότητα των συμβάντων επί γραμμής, με ορατό πλέον τον κίνδυνο να υπάρξει ένα συμβάν μεγίστης σοβαρότητας»!
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κος Τσαλίδης, λίγες ημέρες μετά από αυτή του την κίνηση, υπέβαλε την παραίτησή του από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Ειδικότερα, στις 14 Σεπτεμβρίου, οκτώ ημέρες μετά το εμπιστευτικό αυτό έγγραφο προς τη διοίκηση του ΟΣΕ και τον τότε υπουργό, και έχοντας εισπράξει την άρνηση να αλλάξει οτιδήποτε στον σιδηρόδρομο, ανακοίνωσε στο Δ.Σ. του οργανισμού ότι αποχωρεί από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, «το διοικητικό συμβούλιο, σε συνέχεια της αποδοχής της παραίτησης, ευχαρίστησε τον κ. Τσαλίδη για τη συνεισφορά του στην εταιρία καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του».
Το διοικητικό συμβούλιο είχε αποφασίσει τότε ότι τη θέση του κ. Τσαλίδη θα ανελάμβανε προσωρινά ο Ιταλός πρόεδρος της ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε., καθηγητής Ντάριο ντελ Μπόσκο, εν αναμονή της σύγκλησης της συνέλευσης των μετόχων, με την οποία θα ανασυγκροτείτο σε σώμα το διοικητικό συμβούλιο, προκειμένου να ορισθεί ο νέος διευθύνων σύμβουλος. Προσωρινός διευθυντής Λειτουργίας Μεταφορών είχε αναλάβει ο Λούκα Ζουτσιάλα, άνθρωπος των Ιταλών.
Μάλιστα, η ΤΡΑΙΝΟΣΕ είχε ανακοινώσει πως «για το αμέσως επόμενο διάστημα η εταιρία μας προσβλέπει σε σημαντικές συνέργειες με τις κυβερνητικές Αρχές και τα αρμόδια υπουργεία, ώστε να επιταχυνθεί η ανανέωση του στόλου οχημάτων με νέα τρένα υδρογόνου, καθώς και η εφαρμογή ενός συστήματος car και bike sharing, που θα συνδέει αρμονικά τον σιδηρόδρομο με τις πόλεις».
Ο Κώστας Αχ. Καραμανλής, που, όπως παραδέχθηκε στη βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Θεοδώρα Τζάκρη, πάντα λάμβανε γνώση όλων των σημαντικών εγγράφων για τον σιδηρόδρομο, δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι αγνοούσε την αγωνιώδη προειδοποίηση του Φίλιππου Τσαλίδη. Ασφαλώς και τη γνώριζε, αφού του κοινοποιήθηκε επίσημα και με αριθμό πρωτοκόλλου. Ο Καραμανλής, λοιπόν, όχι μόνο ήταν ενήμερος, αλλά συμμετείχε ενεργά μαζί με την ΤΡΑΙΝΟΣΕ στην υποβάθμιση της παραίτησης Τσαλίδη και την απόσπαση της προσοχής με φαντασιώσεις περί «στόλου οχημάτων με νέα τρένα υδρογόνου» και κάτι ακατάληπτα περί «συστήματος car και bike sharing που θα συνδέει αρμονικά τον σιδηρόδρομο με τις πόλεις».
Η ανείπωτη τραγωδία στα Τέμπη απέδειξε πως ο Καραμανλής και η ΤΡΑΙΝΟΣΕ αγνόησαν και «έθαψαν» όλες τις έγκαιρες προειδοποιήσεις του πρώην διευθύνοντα συμβούλου του οργανισμού για «τον κίνδυνο να υπάρξει ένα συμβάν μεγίστης σοβαρότητας». Ο πρώην υπουργός Μεταφορών γνώριζε για το εμπιστευτικό έγγραφο, αλλά το απέκρυψε, ενώ είχε χρέος να το δώσει στην εξεταστική επιτροπή και, παράλληλα, να εξηγήσει γιατί ουδέποτε έλαβε σοβαρά τις προειδοποιήσεις.
Εκλιπαρούσε
«Οι επισημάνσεις της προαναφερθείσης επιστολής της ΤΡΑΙΝΟΣΕ είναι ακόμη επίκαιρες και οξύνονται όσο δεν γίνονται σχεδιασμένες και συστηματικές ενέργειες για άρση των προβλημάτων που απαριθμήσαμε» εκλιπαρούσε ο Τσαλίδης, πριν αποφασίσει να παραιτηθεί για να μη φέρει καμία ευθύνη σε όσα θα ακολουθούσαν με μαθηματική ακρίβεια. «Είναι δεδομένο ότι οι σημερινές συνθήκες λειτουργίας της κυκλοφορίας και τα προβλήματα στην υποδομή που απαριθμήσαμε καταλήγουν σε συνεχώς μεταβαλλόμενες βραδυπορίες και μονοδρομήσεις, καθιστώντας περισσότερο πιθανά τα ανθρώπινα λάθη με απρόβλεπτες συνέπειες».
Είναι τα ίδια ανθρώπινα λάθη του σταθμάρχη και του νεκρού μηχανοδηγού που ψάχνει ως σωσίβιο ο Καραμανλής, προκειμένου να βγει από το κάδρο των ευθυνών.
Ολόκληρο το εμπιστευτικό έγγραφο Τσαλίδη που διαψεύδει τον μοιραίο υπουργό
«ΘΕΜΑ: Σοβαρά λειτουργικά προβλήματα στην κυκλοφορία του Ελληνικού Σιδηροδρόμου
Σχετ.: Η επιστολή της ΤΡΑΙΝΟΣΕ με αριθμ. πρωτ. 40.803/21/Δ2 από 21/6/2021.
Κύριε Διευθύνοντα Σύμβουλε,
Στις 25/08/21 έγινε εκτροχιασμός και ανατροπή δύο ενδιάμεσων οχημάτων βυτίων ενός εμπορικού συρμού, μεταφοράς καυσίμου και αυτοκινήτων του Ελληνικού Στρατού. Το συμβάν έγινε στην περιοχή μετά τη Λευκοθέα Σερρών, λόγω κυρίως της κατάστασης της υποδομής (η οποία στο τμήμα εκείνο έχει οδηγήσει σε απροσδόκητη και ασύμφορη χρονική επιμήκυνση όλων των δρομολογίων της ΤΡΑΙΝΟΣΕ προς τη Θράκη), με αποτέλεσμα τη διακοπή της κυκλοφορίας έως τις 28/08/21 για τον εκτροχιασμό των οχημάτων, την άντληση των επικίνδυνων για την περιβαλλοντική ρύπανση καυσίμων σε άλλα οχήματα και τελικά την πλήρη αποκοπή της γραμμής Σερρών – Αλεξανδρούπολης μέχρι νεωτέρας.
Στις 26/08/21, στην έξοδο του σταθμού του Δομοκού, επί της γραμμής κύριας κυκλοφορίας (στον κλάδο καθόδου προς Αθήνα) βρέθηκε όχημα του ΟΣΕ χρησιμοποιούμενο για έλεγχο περιτυπώματος των σηράγγων, το οποίο προφανώς δεν είχε «ασφαλιστεί» ορθά, με το οποίο συγκρούσθηκε η κατερχόμενη επιβατική αμαξοστοιχία 885, με αποτέλεσμα την ακινητοποίηση του συρμού λόγω ζημιών στη μετώπη της οδηγούσας την αμαξοστοιχία κινητήριας μονάδας (Δ/Η 220035). Οι συνέπειες ενός τέτοιου συμβάντος θα ήταν ανυπολόγιστες, εάν η σύγκρουση γινόταν με κατερχόμενη αμαξοστοιχία Ι.C. που διέρχεται από το σημείο με μεγάλη ταχύτητα ή εάν η αμαξοστοιχία 885 δεν αποβίβαζε επιβάτες στον σταθμό του Δομοκού (οπότε η ταχύτητα πρόσκρουσης θα ήταν πολύ μεγαλύτερη). Με αφορμή τα ανωτέρω περιστατικά και επιθυμώντας να μην υπάρξουν σοβαρότερα συμβάντα στην κυκλοφορία στο άμεσο μέλλον επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
Η έλλειψη προσωπικού του ΟΣΕ (σταθμαρχών και κλειδούχων), σε συνδυασμό με τη μη λειτουργία της σηματοδότησης σε μεγάλα τμήματα του δικτύου, η μη πλήρως συντηρημένη υποδομή και οι χώροι πέριξ αυτής, ο ορισμός βραδυποριών σε διάσπαρτα σημεία του δικτύου (αντί για άμεση επισκευή των διαπιστώσεων των ελέγχων), η μη λειτουργία του Κέντρου Ελέγχου του Λιανοκλαδίου, η γενικότερη αίσθηση εγκατάλειψης της σιδηροδρομικής υποδομής χωρίς να υπάρχει ορατό σχέδιο αναδιοργάνωσής της καθιστούν τη σιδηροδρομική λειτουργία δύσκολη και επικίνδυνη, έχουν ως αποτέλεσμα σοβαρά συμβάντα (όπως τα ανωτέρω) και, επιπλέον, δυσχεραίνουν τη διαχείριση της αποκατάστασης της κυκλοφορίας στις περιπτώσεις κρίσιμων περιστατικών ασφάλειας επί γραμμής. Επιπλέον, η έλλειψη σταθμαρχών και κλειδούχων έχει σημαντικές συνέπειες στην ομαλή κυκλοφορία και εκτέλεση όλων των αμαξοστοιχιών, καθιστώντας αδύνατη την πραγματοποίηση μερικών από τα προγραμματισμένα δρομολόγια στη σύμβαση ΥΔΥ της ΤΡΑΙΝΟΣΕ με το ελληνικό κράτος.
Εκτός όμως από την αδυναμία προγραμματισμού δρομολογίων σε ώρες που εξυπηρετούν τους επιβάτες, της λειτουργίας μεγάλων τμημάτων χωρίς σηματοδότηση/τηλεδιοίκηση και στελέχωση της υποδομής, με τους κινδύνους που δημιουργούνται όσον αφορά την κυκλοφορία, τη δυσχέρεια στη διαχείριση των συμβάντων επί γραμμής, την πρόκληση καθυστερήσεων (ακόμη και στις αμαξοστοιχίες Ι.C.), τη συστηματική καθήλωση επί μακρόν των εμπορευματικών συρμών σε πολλούς ακραίους σταθμούς των μη στελεχωμένων τμημάτων και τη μείωση της χωρητικότητας του δικτύου, η παράταση και επιδείνωση της υφιστάμενης κατάστασης δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε να αυξηθεί η συχνότητα των συμβάντων επί γραμμής, με ορατό πλέον τον κίνδυνο να υπάρξει ένα συμβάν μεγίστης σοβαρότητας.
Οι επισημάνσεις της προαναφερθείσης επιστολής της ΤΡΑΙΝΟΣΕ είναι ακόμη επίκαιρες και οξύνονται όσο δεν γίνονται σχεδιασμένες και συστηματικές ενέργειες για άρση των προβλημάτων που απαριθμήσαμε.
Ο ΟΣΕ γνωρίζει καλύτερα από τον καθέναν την καθημερινή αύξηση του αριθμού των βραδυποριών στο δίκτυο (ακόμη και στη γραμμή Αθήνα – Θεσσαλονίκη), που σήμερα καθιστά ανέφικτη την τήρηση των δρομολογιακών χρόνων ακόμη και των αμαξοστοιχιών I.C, (αφού από τις βραδυπορίες έχουμε καθυστερήσεις μεγαλύτερες από 11,5 min.), όπως και την επιδείνωση της κατάστασης της υποδομής από την ύπαρξη όλων των ανωτέρω προβλημάτων.
Είναι δεδομένο ότι οι σημερινές συνθήκες λειτουργίας της κυκλοφορίας και τα προβλήματα στην υποδομή που απαριθμήσαμε καταλήγουν σε συνεχώς μεταβαλλόμενες βραδυπορίες και μονοδρομήσεις, καθιστώντας περισσότερο πιθανά τα ανθρώπινα λάθη με απρόβλεπτες συνέπειες.
Θεωρούμε καθήκον μας να επισημάνουμε ότι, αν δεν γίνει άμεσα και οργανωμένα προσπάθεια θεραπείας των αδιαμφισβήτητων προβλημάτων της υποδομής και της ρύθμισης της κυκλοφορίας, θα έχουμε ολοένα περισσότερα αριθμητικά και μεγαλύτερα σε σοβαρότητα συμβάντα, με τεράστια επίπτωση στη λειτουργία του Ελληνικού Σιδηροδρόμου.
Προασπίζοντας ταυτόχρονα και τα δικά μας εταιρικά συμφέροντα, σας δηλώνουμε πως θέλουμε να συμμετάσχουμε σε κάθε προσπάθεια οργάνωσης του τρόπου αντιμετώπισης των προβλημάτων. Είμαστε στη διάθεση του ΟΣΕ και της ελληνικής Πολιτείας να συμβάλουμε σε όποια λύση κριθεί αναγκαία για την αποκατάσταση και τον εκσυγχρονισμό του δικτύου, όμως παράλληλα θα διεκδικήσουμε κάθε κάλυψη των ζημιών μας που τυχόν προέρχονται από την παρούσα προβληματική κατάστασή του.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος
Καθηγητής Φίλιππος Τσαλίδης»