Στο πλαίσιο της διαβούλευσης η ΔΕΗ εισηγείται την παράταση της προθεσμίας για την γνωστοποίηση των τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας που θα ισχύσουν από 1ης Οκτωβρίου για τις 20 Σεπτεμβρίου, αντί για τις 31 Ιουλίου που προτείνει η ΡΑΑΕΥ.
Η ΔΕΗ επισημαίνει ότι σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει κίνδυνος να επικρατήσει σύγχυση στους καταναλωτές, καθώς η ανακοίνωση των τιμολογίων Οκτωβρίου θα προηγηθεί της γνωστοποίησης των τιμολογίων Αυγούστου και Σεπτεμβρίου (που ανακοινώνονται στις 20 του εκάστοτε προηγούμενου μήνα). Τονίζει δε ότι δεδομένου ότι «η αγορά είναι σε ανώμαλες συνθήκες και χωρίς να είναι βέβαιο ότι δεν θα παραταθούν τα μέτρα», πιθανολογείται ότι η τήρηση της προθεσμίας της 31ης Ιουλίου παραβιάζει τη νομοθεσία για τον ελεύθερο ανταγωνισμό.
Η ΔΕΗ αναφέρει ακόμη ότι η ομαλή μετάβαση από τις έκτακτες συνθήκες λειτουργίας στην κανονικότητα απαιτεί από τη φύση του πράγματος την εισαγωγή ρυθμίσεων που θα λαμβάνουν υπόψη την ιδιαιτερότητα της τρέχουσας συγκυρίας και θα διασφαλίζουν την ύπαρξη συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού και την εν γένει εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό ζητά διευκρινίσεις για τις κατηγορίες των τιμολογίων που θα επιτρέπεται να προσφέρονται στους καταναλωτές από την 1η Οκτωβρίου και μετά ενώ επιπλέον, στις περιπτώσεις των κυμαινόμενων τιμολογίων ζητά να γνωστοποιηθούν ως τις 31 Ιουλίου η μεθοδολογία αναπροσαρμογής και ενδεικτικά παραδείγματα ενώ οι πραγματικές αριθμητικές τιμές των παραμέτρων αυτών να ανακοινωθούν στις 20 Σεπτεμβρίου.
Η εταιρεία ΉΡΩΝ αναφέρει χαρακτηριστικά στην επιστολή της πως «ενδεχόμενη υλοποίηση της επιστροφής στο τακτικό καθεστώς τιμολόγησης με μη οργανωμένο και ενιαίο τρόπο από τους Προμηθευτές, θα είχε αρνητικές επιπτώσεις τόσο για τους καταναλωτές όσο και για την ίδια την αγορά. Σε κάθε περίπτωση όμως, η οργάνωση της «εξόδου» από την κρίση δεν πρέπει να αποτελέσει μέσο θέσπισης μόνιμων ρυθμίσεων, καθότι αυτές θα πρέπει να αξιολογούνται διακριτά στο πλαίσιο της συνολικής λειτουργίας και αλληλεπίδρασης των αγορών με προοπτική και σε βάθος χρόνου και όχι υπό το πρίσμα της αντιμετώπισης των έκτακτων ρυθμίσεων».
Αντίστοιχα «κοινός τόπος» αποτελεί το αίτημα ουσιώδους τροποποίησης διατάξεων του Κώδικα Προμήθειας, πράγμα που προτάσσεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στο σύνολο των επιστολών που κατέθεσαν οι εταιρείες προμήθειας στα πλαίσια της δημόσιας διαβούλευσης.
Αναλυτικότερα, οι εταιρείες προμήθειας υποστηρίζουν ότι η αυστηρή ταξινόμηση των διαθέσιμων προϊόντων στην αγορά ενδέχεται να προκαλέσει περιορισμούς στον ανταγωνισμό και συνολικότερα στην λειτουργία της αγοράς χωρίς ταυτόχρονα να διασφαλίζεται μια ομαλή μετάβαση σε ένα περιβάλλον τακτικής τιμολόγησης.
Σε αυτή την κατεύθυνση η εταιρεία Ζενίθ αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι οι εν λόγω κατηγορίες θα πρέπει να εκληφθούν ως ενδεικτικές κι όχι περιοριστικές. «Σε αντίθετη περίπτωση, υφίσταται ισχυρό το ενδεχόμενο να μεταβεί η αγορά σε μια κατάσταση υπερ-ρύθμισης σύμφωνα με την οποία θα αποθαρρύνεται η δημιουργία καινοτόμων προϊόντων». Μάλιστα σημειώνεται ότι μια τέτοια πρακτική δύναται να περιορίσει την διαφοροποίηση της εμπορικής πολιτικής των προμηθευτών, πράγμα που ενδέχεται να καταλήξει σε όφελος του δεσπόζοντος Προμηθευτή, ο οποίος λόγω μεριδίων αγοράς, διατηρεί αντικειμενικά συγκριτικό πλεονέκτημα.
Στο ίδιο μήκος κύματος, η εταιρεία Volton, επεξηγώντας την θέση της, καταλήγει ότι η εν λόγω κατηγοριοποίηση των προσφερόμενων τιμολογίων δε συνάδει με το πνεύμα του Κώδικα Προμήθειας και αντίκειται στα θεμελιώδη του ελεύθερου ανταγωνισμού. Από την πλευρά της, η ΔΕΗ υπογραμμίζει επί του ίδιου θέματος, ότι χρήζουν περαιτέρω διευκρίνισης οι προτεινόμενες κατηγορίες τιμολογίων, δεδομένου ότι σε ισχύ βρίσκεται προγενέστερη απόφαση της Αρχής όπου επίσης ορίζονται κατηγορίες τιμολογίων.
«Αντιλαμβανόμαστε ότι οι ανωτέρω προβλεπόμενες κατηγορίες τιμολογίων είναι συμπληρωματικές των προβλεπόμενων στην υπ. αριθ. 389/22 απόφαση κατηγοριών τιμολογίων, αποτελώντας κατά περίπτωση εξειδίκευσή τους, και δεν τις υποκαθιστούν», σημειώνεται σχετικά.