Τη στιγμή που συνεχίζονται οι επιχειρήσεις διάσωσης όπως και οι έρευνες μετά το ναυάγιο με τους 79 νεκρούς και τους 104 διασωθέντες στην Πύλο, νέες δηλώσεις από τον εκπρόσωπο Τύπου του Λιμενικού Σώματος έρχονται να ρίξουν φως στα αίτια της τραγωδίας.
«Συνεχίζουμε να επιχειρούμε ανοιχτά της Πύλου και θα το κάνουμε και τη νύχτα, με τη συνδρομή του C-130 της Πολεμικής Αεροπορίας» επιβεβαίωσε ο Νικόλαος Αλεξίου, Πλωτάρχης και εκπρόσωπος Τύπου του Λιμενικού Σώματος.
Σχετικά με τους επιβαίνοντες στο πλοίο, αυτούς που έχουν διασωθεί, αυτούς που έχουν ανασυρθεί νεκροί και τον αριθμό των αγνοούμενων, ο κ. Αλεξίου είπε: «Το εξωτερικό τμήμα του πλοίου ήταν γεμάτο με κόσμο, το ίδιο εικάζουμε και για το εσωτερικό. Μιλάμε για αρκετούς ανθρώπους, χωρίς να μπορούμε να δώσουμε όμως ακριβή αριθμό. (…) Αυτό που αντίκρυσαν οι συνάδελφοί μου όταν πήγαν στο σημείο, αποδεικνύει ότι το πλοίο ήταν υπερφορτωμένο, αφού οι άνθρωποι ήταν στιβαγμένοι στο κατάστρωμα. Δεν μπορεί να δοθεί ακριβής αριθμός με ασφάλεια, αλλά σίγουρα το νούμερο είναι πολύ μεγάλο».
Ο κ. Αλεξίου, επιβεβαίωσε ακόμη ότι το ναυάγιο σημειώθηκε σε ένα από τα βαθύτερα σημεία της Μεσογείου.
«Προφανώς από κάποια μετατόπιση των ανθρώπων που ήταν μέσα στο πλοίο, αυτό βυθίστηκε», ανέφερε χαρακτηριστικά επιχειρώντας να δώσει εξήγηση στις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το ναυάγιο.
Σύμφωνα με τις έως τώρα πληροφορίες, οι κύριες εθνικότητες των μεταναστών είναι από Συρία, Πακιστάν και Αίγυπτο.
Το χρονικό
Το αλιευτικό είχε ξεκινήσει από το Τομπρούκ της Λιβύης με προορισμό την Ιταλία και για πρώτη φορά εντοπίστηκε περίπου στις 8 το απόγευμα της Τρίτης. Τότε ήταν που προσεγγίστηκε από σκάφος της Frontex αλλά και του Λιμενικού και προσφέρθηκε βοήθεια στους μετανάστες καθώς το σκάφος ήταν γεμάτο όπως διαπιστώθηκε και από drone της Frontex που πέταξε στο σημείο.
Κατά πληροφορίες οι επιβαίνοντες στο σκάφος αρνήθηκαν τη βοήθεια που τους προσφέρθηκε και δήλωσαν ότι θέλουν να συνεχίσουν το ταξίδι προς Ιταλία.
Με το σκάφος επικοινώνησαν δύο παραπλέοντα εμπορικά πλοία. Στις συνομιλίες μέσω ασυρμάτου των πλοιάρχων με τους υπεύθυνους του μοιραίου σκάφους, τους διακινητές, οι οποίες είναι καταγεγραμμένες και στην ερώτηση αν χρειάζονταν βοήθεια η απάντηση που έδωσαν επανειλημμένως ήταν η εξής: «Δεν χρειαζόμαστε συνδρομή. Θέλουμε τρόφιμα, νερό και να πάμε στην Ιταλία. Τίποτε άλλο». Όπως και έγινε. Ξαφνικά η μηχανή του αλιευτικού σταμάτησε και το σιδερένιο αλιευτικό μέσα σε δευτερόλεπτα τουμπάρισε.
Λίγες ώρες αργότερα, όμως, και υπό αδιευκρίνιστες μέχρι στιγμής συνθήκες – στην περιοχή επικρατούσαν άνεμοι έντασης 2-3 μποφόρ, το σκάφος μετά τα μεσάνυχτα ανετράπη και βυθίστηκε.
Στελέχη του Λιμενικού εκτιμούν ότι θα αυξηθεί ο αριθμός τέτοιων περιστατικών, αφού αυξάνει ο αριθμός των μεταναστών οι οποίοι είτε από τα τουρικά παράλια, είτε από τη βόρεια Αφρική ταξιδεύουν κυρίως προς την Ιταλία για να κατευθυνθούν πιο εύκολα στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη.
Τα σκάφη είναι παλιά και πολλά από αυτά κακοσυντηρημένα, ενώ ο αριθμός των επιβατών είναι πολύ μεγαλύτερος από το επιτρεπόμενο.