Απέχουμε ώρες, πλέον, από τις εκλογές που θα κρίνουν το μέλλον της Τουρκίας. Είναι αλήθεια ότι η τουρκική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα έχει επιδείξει αξιοθαύμαστη σταθερότητα στο πέρασμα των δεκαετιών, τουλάχιστον όσον αφορά την αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων και της ίδιας της ελληνικής κυριαρχίας. Η εκλογή του ισλαμιστή Ερντογάν ή του κεμαλικού Κιλιτσντάρογλου, όμως, θα επηρεάσει ξεκάθαρα τις διμερείς σχέσεις και κατ’ επέκταση την ελληνική αμυντική στρατηγική. Τα σημάδια είναι ξεκάθαρα και εξόχως απειλητικά…
Του Ζαχαρία Μίχα*
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Αυτό που τράβηξε την προσοχή του υπογράφοντος είναι η αποχώρηση του Μουχάρεμ Ιντζέ από την κούρσα, καθώς την προηγούμενη ημέρα, διαρροές στο Twitter απειλούσαν με την εμφάνιση “ροζ” βίντεο με πρωταγωνιστή τον πολιτικό. Η υπόθεση θύμισε το περιστατικό του 2010 με την αποχώρηση του Ντενίζ Μπαϊκάλ από την ηγεσία του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (CHP), στην οποία βρισκόταν από το 1992, όταν διέρρευσε στο YouTube βίντεο που αποτύπωνε προσωπικές του στιγμές με γυναίκα βουλευτή. Τον διαδέχθηκε ο σημερινός ηγέτης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.
Μπορεί στόχος να ήταν και στις δυο περιπτώσεις κεμαλιστής πολιτικός, αλλά διαφέρουν οι ερμηνείες που δόθηκαν από την πλευρά του CHP. Ας πάρουμε ως οδηγό στην εκτίμηση για το τι μπορεί να κρύβεται πίσω από τη διαρροή, το ποιος ωφελείται. Και με αυτό το κριτήριο οι δυο περιπτώσεις διαφοροποιούνται σημαντικά. Στην περίπτωση του Μπαϊκάλ είχε κατηγορηθεί πειστικά ο Ερντογάν. Με τις σκληρές κατηγορίες της τότε αντιπολίτευσης για διαφθορά του συστήματος Ερντογάν, η αποκάλυψη του βίντεο άλλαξε για καιρό την πολιτική ατζέντα.
Στην τωρινή περίπτωση, ο Κιλιτσντάρογλου έδειξε σαν δράστη για το “κατασκευασμένο-μονταρισμένο βίντεο” τη Μόσχα! Με βάση, όμως, το κριτήριο “ποιος ωφελείται”, ενοχοποιείται ο ίδιος ο Κιλιτσντάρογλου! Οι ψηφοφόροι του Ιντζέ, σε ποσοστό τουλάχιστον 80% σύμφωνα με τους Τούρκους αναλυτές, δεν θα ψήφιζαν ποτέ τον Ερντογάν! Όταν δε, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, ο Κιλιτσντάρογλου απέχει ελάχιστα από την εξασφάλιση της νίκης από τον πρώτο γύρο, η λογική έπρεπε να στρέψει αυτομάτως τα φώτα πάνω σε αυτόν!
Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι ο Κιλιτσντάρογλου πρόβαλε άλλο αφήγημα: Κατήγγειλε προσπάθεια ρωσικής ανάμειξης στις τουρκικές εκλογές, με στόχο να ενισχυθεί η υποψηφιότητα Ερντογάν! Υποστήριξε παράλληλα ότι διαθέτει αδιάσειστα στοιχεία, χωρίς όμως μέχρι στιγμής να τα προσκομίσει. Το ενδιαφέρον είναι ότι… όλως τυχαίως, το αφήγημα Κιλιτσντάρογλου ταιριάζει γάντι με την τάση να χρεώνονται τα πάντα στη Ρωσία. Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια, λοιπόν, ο κεμαλιστής υποψήφιος: και έσπρωξε μακριά από τον εαυτό του τις υποψίες και έκανε σέρβις στη Δύση, κατηγορώντας τη Μόσχα. Είναι σαν να λέει στους Αμερικανούς ότι εάν εκλεγεί θα είναι “καλός σύμμαχος”.
Τα περί ανάμειξης στις εκλογικές διαδικασίες δυτικών χωρών, δεν περίμεναν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία για να εμφανιστούν. Ούτε όμως είναι κάτι δύσκολα πιστευτό. Τα ιστορικά τεκμήρια το αποδεικνύουν ότι οι μεγάλες δυνάμεις δραστηριοποιούνται για να επηρεάσουν εκλογές με σκοπό ή να εκλεγεί φιλική ηγεσία ή να ανατραπεί αντίπαλη. Το ίδιο γίνεται και σήμερα. Για όσους υιοθετούν την οπτική του πολιτικού ρεαλισμού στις διεθνείς σχέσεις, αυτό αποτελεί δεδομένο. Ο Κιλιτσντάρογλου, βέβαια, δεν μπήκε στον κόπο να εξηγήσει πώς ακριβώς διευκολύνεται ο αντίπαλός του Ερντογάν με την αποχώρηση του Ιντζέ από τις εκλογές. Σημειώνουμε, όμως, τη “σατανική” ευθυγράμμιση της ρητορικής Κιλιτσντάρογλου με τις επιθυμίες της Ουάσιγκτον. Το μάτι δηλαδή που δείχνει να κλείνει ο κατά Ερντογάν «κύριος Κεμάλ» στους Αμερικανούς, λίγες μέρες μετά την αναφορά για «στροφή 180 μοιρών» στην τουρκική εξωτερική πολιτική…
Μια Τουρκία η οποία θα επανέλθει στον αντιρωσικό ρόλο του παρελθόντος αποτελεί το μεγαλύτερο όνειρο των Αμερικανών σήμερα. Η γεωπολιτική ευθυγράμμιση θα περιπλέξει και τη γεωστρατηγική εξίσωση, αφού θα αποκατασταθεί η προβληματική σήμερα αξιοποίηση του τουρκικού χώρου στο πλαίσιο της σχεδίασης και διάταξης του ΝΑΤΟ. Αυτό, εν Ελλάδι, θα ήταν επιθυμητή εξέλιξη, αποκλειστικά και μόνο για όσους προτάσσουν το συμμαχικό έναντι του εθνικού συμφέροντος, όντας φορείς της ψευδαίσθησης ότι η απόλυτη ταύτιση με την αμερικανική οπτική μεγιστοποιεί την ελληνική εθνική ασφάλεια. Με άλλα λόγια, για τους… εθελοντές αφελείς που εδώ και δεκαετίες επένδυαν άκριτα σε μια δημοκρατική και εξευρωπαϊσμένη Τουρκία. Οι ίδιοι που επένδυσαν και στον Ερντογάν, αποθεώνοντάς τον, ταυτιζόμενοι με το αφήγημα της «χώρας-μοντέλο για τον ισλαμικό κόσμο».
Η ρεαλιστική ελληνοκεντρική προσέγγιση προκρίνει κατά προτεραιότητα τη σταθερότητα που επιδεικνύει επί δεκαετίες η τουρκική εξωτερική πολιτική, τουλάχιστον στην πτυχή που αφορά τις διεκδικήσεις απέναντι στην Ελλάδα. Το κλίμα στις διμερείς σχέσεις μπορεί να μεταβάλλεται ανάλογα με την τακτική συγκυρία και τις προτεραιότητες της εκάστοτε τουρκικής ηγεσίας. Όπως όμως κατανόησαν –επειδή πλέον το διακηρύσσουν– και οι παραδοσιακά πλέον δύσπιστοι στην Ελλάδα, οι διεκδικήσεις όχι μόνο δεν μειώνονται, αλλά κλιμακώνονται.
Τούτων λεχθέντων, τα πράγματα είναι μάλλον απλά. Δυστυχώς, δεν “προλαβαίνουμε” να εγγραφούμε ομαδικώς στους τουρκικούς καταλόγους, φυσικά για να ψηφίσουμε μονοκούκι τον Ερντογάν και τους ισλαμιστές του. Η παραμονή του στην ηγεσία είναι ο μοναδικός τρόπος να αποφευχθούν οι τόσο προβλέψιμες ασφυκτικές πιέσεις για ανταλλάγματα σε βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, οι οποίες θα στηρίζονται στο “κοινό-συμμαχικό καλό” και “για χάρη της ειρήνης”! Συνθήματα στα οποία παραδοσιακά τσιμπούσαν πολλοί αφελείς στην Ελλάδα.
Ωστόσο, οι εποχές όντως έχουν αλλάξει. Στον μύλο των αμερικανοτουρκικών σχέσεων έχει κυλήσει πολύ νερό και οι αντίστοιχες ελληνοαμερικανικές έχουν βελτιωθεί θεαματικά, καθώς με καθυστέρηση δεκαετιών η Ουάσινγκτον αντελήφθη την πραγματική αξία της παρουσίας στον ελληνικό χώρο, τουλάχιστον για να αποφεύγει τους χοντροκομμένους τουρκικούς εκβιασμούς της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Οι Τούρκοι δεν τηρούσαν ούτε τα προσχήματα. Γιατί να το έκαναν όμως από τη στιγμή που διαπίστωναν ότι η στρατηγική τους παράγει αποτελέσματα;
Η αμετροέπεια βέβαια στις διεθνείς σχέσεις πληρώνεται, έστω καθυστερημένα. Κάπου εκεί βρίσκονται σήμερα οι Τούρκοι στις σχέσεις τους με τη Δύση. Οι ανοχές έχουν μειωθεί, ενώ και οι ίδιες οι κοινωνίες έχουν υποστεί μετάλλαξη. Ίσως η Δύση πέσει θύμα της δικής της αμετροεπούς, απέναντι σε άλλους, ρητορικής περί δημοκρατίας. Διότι δεν θα μπορεί εύκολα να εξηγήσει τα δύο μέτρα και δύο σταθμά, εάν η παραδοσιακή ανοχή απέναντι στην Άγκυρα επανακάμψει για λόγους γεωστρατηγικού συμφέροντος.
Καταληκτικά και με απλά λόγια, η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια αφελών προσεγγίσεων στη σχέση της με την Τουρκία. Στη σημερινή εποχή στέλνει και λάθος μηνύματα στον στρατηγικό της περίγυρο και σε συμμάχους. Μια χώρα-πελάτη δεν πρόκειται να την εμπιστευθεί σε βάθος κανείς, ασχέτως της ρητορικής που ενίοτε υιοθετείται. Προτεραιότητα θα είναι η αξιοποίηση, διά της χειραγώγησης, των ανασφαλειών που εκπέμπει η Ελλάδα, για να εξυπηρετήσουν οι τρίτοι δικά τους συμφέροντα.
Αυτό θα φανεί την κρίσιμη στιγμή. Εκτός κι αν οι εσωτερικές αντιφάσεις της Τουρκίας που γίνονται ολοένα και πιο οφθαλμοφανείς, αναδείξουν σε πρωταγωνιστή το σπέρμα αυτοκαταστροφής που υπήρχε πάντα στη σύγχρονη Τουρκία, έναν αιώνα μετά την ίδρυσή της. Εξωτερική πολιτική και άμυνα, όμως, δεν μπορείς να σχεδιάσεις με τέτοιες παραδοχές…