«Με κατηγόρησαν για χίλια δύο πράγματα» υποστηρίζει ο γιος του 75χρονου Γιώργου Καρυώτη που δολοφονήθηκε τον περασμένο Ιούνιο στη Ρόδο. Ο 40χρονος Βαγγέλης κατηγορείται για το αποτρόπαιο έγκλημα.
Η ανατροπή στην υπόθεση της δολοφονίας του συνταξιούχου λιμενεργάτη Γιώργου Καρυώτη τον Ιούνιο του 2022 στη Ρόδο, σοκάρει το νησί. Ως γνωστόν, για την υπόθεση ασκήθηκε δίωξη στον γιο του θύματος, τον Βαγγέλη, που τον βρήκε – όπως έλεγε – δολοφονημένο και αναζητούσε στο «Φως στο Τούνελ» τους δράστες.
Σε βάρος του Βαγγέλη Κουλιανού έχει ασκηθεί ήδη δίωξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, του 75χρονου πατέρα του, του Γιώργου Καρυώτη στη Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου.
Έγκλημα στη Ρόδο: «Με κατηγόρησαν για χίλια – δύο πράγματα»
Επιμένοντας στην αθωότητά του και στην ολιγωρία των Αρχών στη Ρόδο, ο 40χρονος μίλησε αποκλειστικά στο MEGA.
«Όταν βρήκα τον πατέρα μου στις 14 Ιουνίου, είχα σταματήσει έξω από το σπίτι. Ακριβώς στη μεσοτοιχία που βρισκόμαστε, μένει κάποια … γειτόνισσά μας. Εκείνη την στιγμή ήταν μαζί με τον … και με φώναξε η κοπέλα αυτή για να πάω να πάρω κάποιο πριόνι, μου ζήτησε ένα πριόνι από τον πατέρα μου, να πάω στη μεσοτοιχία για να κόψω κάποιο δέντρο επειδή έμπαιναν τα μυγάκια της κοπέλας μέσα.
»Σήμερα με κάλεσαν από την ασφάλεια (…) και κατέβηκα μαζί με την αδερφή μου στο αστυνομικό τμήμα και μας έδωσε κάποιο χαρτί.
»Με κήρυξαν ποινικά διώξιμα, ότι εγώ έκανα δηλαδή το έγκλημα. Στις 14 Ιουνίου ξεκίνησε το μαρτύριό μου εμένα, με κατηγόρησαν ότι σκότωσα τον πατέρα μου», είπε εμφανώς συγκινημένος.
«Με κατηγόρησαν για χίλια – δύο πράγματα. Ασκήθηκε ποινική δίωξη αλλά δεν τους άρεσαν αυτά που τους έλεγα εγώ. Για να σας δώσω μια πλήρη εικόνα πώς με κατηγόρησαν εμένα, με κατηγόρησαν ότι 12 Ιουνίου και 14 που βρήκα τον πατέρα μου νεκρό, με πιάνει η κάμερα που έμπαινα από τον Άη Γιάννη μέσα. Στις 13 Ιουνίου, δε με πιάνει καθόλου η κάμερα, που είχα μπει μέσα στον πατέρα μου και η ώρα ήταν γύρω στις 15.00 με 15.30 και είχα κάτσει μέχρι τις 17.30.
Έγκλημα στη Ρόδο: «Με κατηγόρησαν ότι καθόμουν και μιλούσα με τον νεκρό τρεις ώρες»
»Ήταν ζωντανός και μάλιστα το είχα αράξει το μηχανάκι μου έξω από το σπίτι, εκεί στην αυλή, μπαίνω μέσα, φώναζα μπαμπά, βγήκε έξω, φορούσε τις πυτζαμούλες του, μου έκανε με το χέρι ‘έλα μέσα’, μπήκα μέσα, μου έβαλε μια πορτοκαλάδα ήπια και καθόμασταν και συζητούσαμε για χίλια δυο πράγματα (…) και με κατηγόρησαν οι κύριοι ότι καθόμουν και μιλούσα με τον νεκρό τρεις ώρες. Τα σχεδίασες όλα τέλεια για να μη σε βρούμε τόσο καιρό. Εγώ; Εγώ ήμουν αυτός που έβγαινα στην Αγγελική Νικολούλη και έλεγα για το θέμα μου.
»Τώρα, βρίσκομαι αυτήν την στιγμή, σε πλεκτάνη. Οι συγκεκριμένοι τρεις αστυνομικοί προσπαθούν εις βάρος μου γιατί δεν έχουν βρει κάτι χειροπιαστό. Εγώ είχα; Πει ότι έχασαν πολύτιμο χρόνο και δε με άκουγε κανένας. Ασχολιόντουσαν μόνο με εμένα, γιατί ασχολήθηκαν με εμένα; Τους έδωσα πάρα πολλά στοιχεία που δεν τα αξιοποίησαν. Τους έδωσα κάποιες υποψίες που είχα στο μυαλό μου για κάποια άτομα».